Πολιτική Ορθότητα: Η ιδεολογική ασθένεια του αιώνα μας

Divine Quest
14 min readJul 12, 2020

--

Απόδοση-Επιμέλεια: Divine Quest

Παραλλαγές αυτής της ομιλίας έχουν δοθεί σε διάφορα συνέδρια AIA, συμπεριλαμβανομένου του 2000 Conservative University στο American University.

Ομιλία από τον Bill Lind

Ας δούμε, από που προέρχονται όλα αυτά τα οποία παρακολουθήσαμε σήμερα το πρωί— o φεμινισμός που παρουσιάζει την γυναίκα πάντοτε ως θύμα, το κίνημα για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, τα στημένα στατιστικά στοιχεία , η ξαναγραμμένη ιστορία, τα ψέματα, οι απαιτήσεις και όλα τα υπόλοιπα; Για πρώτη φορά στην ιστορία, οι Αμερικανοί πολίτες πρέπει να φοβούνται για το τι λένε, τι γράφουν και τι σκέφτονται. Θα πρέπει να φοβούνται να χρησιμοποιήσουν τη λάθος λέξη — μια λέξη που καταγγέλλεται ως προσβλητική ή απερίσκεπτη, ρατσιστική, σεξιστική ή ομοφοβική.

Το έχουμε δει να συμβαίνει και σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα σ’ αυτόν τον αιώνα. Πάντα τους κοιτάζαμε με κάποιο μείγμα λύπησης [και για να είμαστε ειλικρινείς σαν διασκέδαση], γιατί μας φαινόταν τόσο παράξενο ότι οι άνθρωποι θα επέτρεπαν να αναπτυχθεί μία κατάσταση όπου ένας πολίτης θα χρειάζεται να φοβάται για τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσει. Τώρα όμως, αντιμετωπίζουμε αυτή την κατάσταση στην ίδια μας τη χώρα. Το παρατηρούσαμε κυρίως στα κολλέγια και τις πανεπιστημιουπόλεις, αλλά τώρα εξαπλώνεται παντού σε ολόκληρη την κοινωνία. Από που προέρχεται αυτό; Τι είναι αυτό;

Το ονομάζουμε «Πολιτική Ορθότητα».

Το όνομα προήλθε από κάτι που θεωρούνταν ως ένα είδος αστείου, κυριολεκτικά όπως σαν ένα κόμικ που έχουμε την τάση να εξετάζουμε με μισή σοβαρότητα. Στην πραγματικότητα, είναι θανάσιμα σοβαρό. Είναι η μεγάλη αρρώστια του αιώνα μας, η ασθένεια που έχει αφήσει δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς στην Ευρώπη, στη Ρωσία, στην Κίνα, και σε όλον τον κόσμο. Είναι η ασθένεια της ιδεολογίας. Η πολιτική ορθότητα δεν είναι κάτι αστείο. Είναι θανάσιμα σοβαρή.

Αν το εξετάσουμε αναλυτικά, αν το δούμε ιστορικά, μπορούμε γρήγορα να μάθουμε τι ακριβώς είναι. Η Πολιτική Ορθότητα είναι πολιτιστικός μαρξισμός — ο μαρξισμός που μεταφράστηκε από οικονομικούς σε πολιτισμικούς όρους. Είναι μια προσπάθεια που ξεκίνησε στα 60’s με τους χίπις και το ειρηνιστικό κίνημα, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν συγκρίνουμε τα βασικά δόγματα της πολιτικής ορθότητας με αυτά του κλασικού μαρξισμού, οι παραλληλισμοί είναι προφανείς.

Πρώτα απ’ όλα, και τα δύο είναι απολυταρχικές ιδεολογίες. Η απολυταρχική φύση της πολιτικής ορθότητας δεν αποκαλύπτεται πουθενά πιο ξεκάθαρα από ό, τι στις πανεπιστημιουπόλεις και στα κολλέγια — πολλά από τα οποία σε αυτό το σημείο, δεν είναι παρά ένας κισσός που καλύπτει τις Βόρειες Κορέες της Δύσης, όπου ο φοιτητής ή ο ακαδημαϊκός που θα τολμήσει να περάσει κάποιες από τις κόκκινες γραμμές που έχουν καθοριστεί από τις φεμινίστριες ή τους ακτιβιστές των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, ή την τοπική ομάδα των μαύρων ή των ισπανόφωνων, ή σε οποιοδήποτε άλλο “θύμα” των ομάδων που περιστρέφονται γύρω από την Πολιτική Ορθότητα• γρήγορα βρίσκουν τον εαυτό τους μπλεγμένο σε δικαστικά προβλήματα. Εντός του μικρού νομικού συστήματος του κολλεγίου, αντιμετωπίζουν τυπικές κατηγορίες — και τιμωρία. Αυτή είναι μια μικρή ματιά στο μέλλον που η Πολιτική Ορθότητα προτίθεται να εφαρμόσει ολοκληρωτικά σε ένα έθνος.

Πράγματι, όλες οι ιδεολογίες είναι απολυταρχικές, επειδή η ουσία μιας ιδεολογίας (θα ήθελα να σημειώσω ότι ο συντηρητισμός αν γίνει κατανοητός σωστά, δεν αποτελεί ιδεολογία) παρατηρεί κάποια φιλοσοφία — και με βάση τη φιλοσοφία αυτή — λέει πως κάποια πράγματα πρέπει να είναι σωστά, (π.χ. πως το σύνολο της ιστορίας του Αμερικανικού πολιτισμού είναι η ιστορία της καταπίεσης των γυναικών). Δεδομένου ότι η πραγματικότητα έρχεται σε αντίθεση με αυτό, η πραγματικότητα θα πρέπει να απαγορεύεται. Θα πρέπει να απαγορεύει να αναγνωρίσει την πραγματικότητα της ιστορίας μας. Οι άνθρωποι πρέπει να είναι αναγκασμένοι να ζουν με ένα ψέμα και δεδομένου ότι οι άνθρωποι είναι φυσικά απρόθυμοι να ζήσουν με ένα ψέμα, αυτοί που χρησιμοποιούν τα αυτιά και τα μάτια τους θα κοιτάξουν έξω και θα πούν, “Για περίμενε ένα λεπτό. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Μπορώ να δω ότι δεν είναι αλήθεια, “ η δύναμη του κράτους βρίσκεται πίσω από αυτό και απαιτεί να ζήσουμε με ένα ψέμα.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ιδεολογία δημιουργεί πάντα ένα ολοκληρωτικό κράτος.

Δεύτερον, ο πολιτιστικός μαρξισμός, της πολιτικής ορθότητας, όπως ο οικονομικός Μαρξισμός, έχει έναν ενιαίο συντελεστή για την εξήγηση της ιστορίας. Ο Οικονομικός Μαρξισμός διδάσκει ότι όλη η ιστορία καθορίζεται από την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Ο Πολιτιστικός Μαρξισμός, ή η πολιτική ορθότητα, λέει ότι όλη η ιστορία καθορίζεται από την εξουσία, με την οποία ορίζονται ομάδες βάσει της φυλής, του φύλου, κλπ., και έχουν εξουσία πάνω σε άλλες ομάδες. Τίποτα άλλο δεν έχει σημασία. Όλη η αντίστοιχη λογοτεχνία, πράγματι, μιλά γι ‘αυτό. Τα πάντα στο παρελθόν μιλούν γι’ αυτό το πράγμα.

Τρίτον, ακριβώς όπως στον κλασσικό οικονομικό μαρξισμό ορισμένες ομάδες, δηλαδή οι εργαζομένοι και οι αγρότες, είναι καλοί ενώ άλλες ομάδες, δηλαδή η αστική τάξη και οι ιδιοκτήτες του κεφαλαίου, είναι κακοί. Στον πολιτιστικό μαρξισμό της πολιτικής ορθότητας συγκεκριμένες ομάδες είναι καλές — οι γυναίκες φεμινίστριες, (μόνο οι φεμινίστριες γυναίκες, εξαιρούνται οι μη φεμινίστριες γυναίκες) οι μαύροι, οι ισπανόφωνοι και οι ομοφυλόφιλοι. Αυτές οι ομάδες προσδιορίζονται ως «θύματα» και άρα, γίνονται αυτόματα καλοί, ανεξάρτητα από τις ενέργειές τους. Ομοίως, οι λευκοί άνδρες αυτομάτως εκλαμβάνονται σαν κάτι κακό, με αποτέλεσμα να γίνουν το ισοδύναμο της αστικής τάξης στον οικονομικό μαρξισμό.

Τέταρτον, τόσο ο οικονομικός Μαρξισμός όσο και ο πολιτιστικός Μαρξισμός βασίζονται στην “απαλλοτρίωση”. Όταν οι κλασσικοί Μαρξιστές, οι κομμουνιστές, κατέλαβαν μια χώρα όπως η Ρωσία, απαλλοτρίωσαν την μπουρζουαζία και άρπαξαν την περιουσία τους. Ομοίως, όταν οι πολιτιστικοί Μαρξιστές καταλάβουν μια πανεπιστημιούπολη, “απαλλοτριώνουν” τις ποσοστώσεις στις εισαγωγές των φοιτητών. Όταν σε ένα κολλέγιο αρνούνται την είσοδο σε έναν λευκό μαθητή ανώτερων προσόντων υπέρ ενός μαύρου ή ισπανόφωνου, που δεν έχει τόσα προσόντα, ο λευκός φοιτητής θα λέγαμε πως έχει απαλλοτριωθεί. Και πράγματι, σε όλη την κοινωνία μας σήμερα, υπάρχει ένα σύστημα απαλλοτρίωσης. Εταιρείες στις οποίες εργάζονται λευκοί δεν κερδίζουν συμβάσεις, διότι η σύμβαση παραχωρείται σε μια εταιρεία που ανήκει ας πούμε, σε Ισπανόφωνους ή σε γυναίκες. Έτσι η απαλλοτρίωση είναι ένα βασικό εργαλείο, ενώ κερδισμένες βγαίνουν ταυτόχρονα και οι δύο μορφές του Μαρξισμού.

Και τέλος και οι δύο, έχουν μια μέθοδο ανάλυσης που δίνει αυτόματα τις απαντήσεις που εκείνοι θέλουν. Για τον κλασικό μαρξιστή, έχουμε τα μαρξιστικά οικονομικά. Για τον πολιτιστικό μαρξιστή, είναι η αποδόμηση. Η αποδόμηση παίρνει ουσιαστικά οποιοδήποτε κείμενο, αφαιρεί κάθε νόημα από αυτό και εκ νέου εισάγει οποιαδήποτε επιθυμητή έννοια. Έτσι βρίσκουμε, για παράδειγμα, ότι ο Σαίξπηρ μιλά για την καταπίεση των γυναικών, ή η Βίβλος μιλά για τη φυλή και το φύλο. Όλα αυτά τα κείμενα έχουν γίνει απλά άλεσμα στο μύλο, γεγονός που αποδεικνύει ότι “όλη η ιστορία είναι για το ποιες ομάδες έχουν εξουσία πάνω σε άλλες ομάδες.” Έτσι, οι παραλληλισμοί είναι πολύ εμφανείς μεταξύ του κλασικού μαρξισμού, που είμαστε εξοικειωμένοι λόγω της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης και τον πολιτιστικό μαρξισμό που βλέπουμε σήμερα με τη μορφή της Πολιτικής Ορθότητας.

Οι ομοιότητες δεν είναι συμπτώσεις. Αλλά επειδή μηδέν εκ του μηδενός γίγνεσθαι, oι παραλληλισμοί δεν ήρθαν από το τίποτα. Το γεγονός είναι ότι η πολιτική ορθότητα έχει μια ιστορία, μια ιστορία που είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτό που πολλοί άνθρωποι γνωρίζουν έξω από μια μικρή ομάδα επιστημόνων που έχουν μελετήσει το θέμα. Και η ιστορία πηγαίνει πίσω, όπως είπα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και τόσες πολλές από τις παθολογίες που συναντάμε σήμερα, στην κοινωνία μας και στον πολιτισμό μας.

Η Μαρξιστική θεωρία έλεγε ότι, όταν έλθει ένας γενικός Ευρωπαϊκός Πόλεμος (όπως είχε έρθει στην Ευρώπη το 1914), η εργατική τάξη σε όλη την Ευρώπη, θα αναδυθεί και θα ανατρέψει τις κυβερνήσεις — τις αστικές κυβερνήσεις — γιατί οι εργαζόμενοι είχαν περισσότερα κοινά μεταξύ τους, ξεπερνώντας τα εθνικά σύνορα καθόσον δεν είχαν κοινά με την αστική τάξη, και την άρχουσα τάξη στη χώρα τους. Λοιπόν, το 1914 ήρθε και αυτό δεν συνέβη. Σε όλη την Ευρώπη, οι εργαζόμενοι κινητοποιήθηκαν για τη σημαία τους και ευτυχώς βάδισαν να πολεμήσουν ο ένας εναντίον του άλλου. Ο Κάιζερ έσφιξε το χέρι με τους μαρξιστές ηγέτες του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας και είπε ότι δεν υπάρχουν τώρα κόμματα, υπάρχουν μόνο Γερμανοί. Και αυτό συνέβη σε κάθε χώρα στην Ευρώπη. Έτσι, κάτι δεν πήγαινε καλά.

Οι Μαρξιστές γνώριζαν εξ ορισμού πως δεν θα μπορούσε να φταίει η θεωρία. Το 1917, κέρδισαν τελικά ένα μαρξιστικό πραξικόπημα στη Ρωσία και φαινόταν πως η θεωρία δούλευε, αλλά κόλλησε και πάλι. Δεν εξαπλώθηκε και όταν έγιναν προσπάθειες να εξαπλωθεί, αμέσως μετά τον πόλεμο, με την εξέγερση των Σπαρτακιστών στο Βερολίνο, με την κυβέρνηση του Μπέλα Κουν στην Ουγγαρία, με το Σοβιέτ του Μονάχου, οι εργάτες δεν τους υποστήριξαν.

Έτσι, οι μαρξιστές ήρθαν αντιμέτωποι με ένα πρόβλημα. Και οι δύο μαρξιστικές θεωρίες εργάστηκαν πάνω σ’ αυτό: Ο Αντόνιο Γκράμσι από την Ιταλία και ο Γκέοργκ Λούκατς από την Ουγγαρία. Ο Γκράμσι είπε ότι οι εργαζόμενοι δεν θα κατακτήσουν ποτέ τα αληθινά ταξικά συμφέροντα τους, όπως ορίζονται από τον Μαρξισμό, έως ότου απελευθερωθούν από τον Ελληνο-Ρωμαϊκό δυτικό πολιτισμό — ότι είναι τυφλωμένοι από τον πολιτισμό και τη θρησκεία και δεν βλέπουν τα αληθινά τους ταξικά συμφέροντα. Ο Λούκατς, ο οποίος θεωρείται ο πιο λαμπρός μαρξιστής θεωρητικός μετά τον Μαρξ, είπε στα 1919, «Ποιος θα μας σώσει από τον Δυτικό Πολιτισμό;” Αυτός διατύπωσε τη θεωρία ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο στη δημιουργία ενός μαρξιστικού παράδεισου είναι ο ίδιος ο δυτικός πολιτισμός.

Ο Λούκατς είχε την ευκαιρία να βάλει τις ιδέες του στην πράξη, διότι όταν επιβάλλεται στην Ουγγαρία το 1919 η Μπολσεβίκικη κυβέρνηση του Μπέλα Κουν, γίνεται αναπληρωτής κομισάριος για τον πολιτισμό και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να εισαγάγει τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα σχολεία της Ουγγαρίας. Αυτό διασφάλιζε ότι οι εργαζόμενοι δεν θα στήριζαν την κυβέρνηση Μπέλα Κουν, διότι ο ουγγρικός λαός αλλά και οι εργαζόμενοι κατάπληκτοι το είδαν αυτό, καθώς και όλοι οι άλλοι. Αλλά είχε ήδη κάνει τη σύνδεση για την οποία σήμερα πολλοί από εμάς εξακολουθούν να εκπλήσσονται”.

Το 1923 στη Γερμανία, δημιουργήθηκε ένα κέντρο σκέψης (think-tank) που ανέλαβε το ρόλο της απόδοσης του Μαρξισμού από οικονομικούς σε πολιτισμικούς όρους, η οποία δημιούργησε την πολιτική ορθότητα όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, και ουσιαστικά έχει δημιουργήσει τη βάση γι’ αυτό μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1930. Αυτό γίνεται επειδή ο πολύ πλούσιος νεαρός γιος ενός εκατομμυριούχου Γερμανού εμπόρου με το όνομα του Φέλιξ Βέιλ (Felix Weil) έχει γίνει μαρξιστής και έχει πολλά χρήματα να δαπανήσει. Ο ίδιος ήταν προβληματισμένος από τις διαιρέσεις ανάμεσα στους μαρξιστές, γι αυτό και γίνεται χορηγός σε κάτι που ονομάζεται η “Πρώτη Μαρξιστική Εργατική Εβδομάδα”, όπου φέρνει τον Λούκατς και πολλούς από τους βασικούς “Γερμανούς” στοχαστές μαζί για μια εβδομάδα, για να εργαστούν πάνω στις διαφορές του Μαρξισμού.

Και λέει,

“Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μία δεξαμενή σκέψης.”

Η Ουάσιγκτον είναι γεμάτη από κέντρα σκέψης και σκεφτόμαστε πως αυτό είναι κάτι πολύ μοντέρνο. Στην πραγματικότητα, αυτό πάει πίσω με αρκετούς τρόπους. Αυτός προικίζει ένα ινστιτούτο, που συνδέεται με το Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, το οποίο ιδρύθηκε το 1923, που αρχικά ήταν γνωστό ως το Ινστιτούτο για τον Μαρξισμό. Αλλά οι κύριοι πίσω από αυτό… αποφάσισαν ήδη από την αρχή ότι δεν θα ήταν προς όφελός τους να αναγνωρίζονται ανοιχτά ως Μαρξιστές. Το τελευταίο πράγμα που θέλει η Πολιτική Ορθότητα, είναι οι άλλοι να τους θεωρούν ως μια μορφή Μαρξισμού. Έτσι, αποφάσισαν να το ονομάσουν Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών.

Ο Φέλιξ Βέιλ είναι πολύ σαφής στους στόχους του. Το 1971, έγραψε στον Μάρτιν Τζέι (Martin Jay) συγγραφέα ενός βιβλίου αρχών για την Σχολή της Φρανκφούρτης, όπως έγινε γνωστό ανεπίσημα το Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών, και είπε, “Ήθελα το Ινστιτούτο να γίνει γνωστό, ίσως και διάσημο, λόγω της συνεισφοράς του στο Μαρξισμό.” Λοιπόν, ήταν επιτυχής. Ο πρώτος διευθυντής του Ινστιτούτου, ο Κάρλ Γκρύνμπεργκ (Carl Grunberg), ο Αυστριακός οικονομολόγος, κατέληξε στο συμπέρασμα σε εναρκτήρια ομιλία του, σύμφωνα με τον Μάρτιν Τζέι (Martin Jay), “δηλώνοντας καθαρά την προσωπική του πίστη στο μαρξισμό ως επιστημονική μεθοδολογία.”

Ο Μαρξισμός, είπε, θα είναι η κυριαρχούσα αρχή στο Ινστιτούτο και αυτό δεν άλλαξε ποτέ…

Η αρχική εργασία στο Ινστιτούτο ήταν μάλλον συμβατική, αλλά το 1930 απέκτησε ένα νέο διευθυντή τον Μαξ Χορκχάιμερ και οι απόψεις του Χορκχάιμερ ήταν πολύ διαφορετικές. Ήταν αποστάτης του μαρξισμού. Οι άνθρωποι που δημιουργούν και αποτελούν τη Σχολή της Φρανκφούρτης, είναι Μαρξιστές αποστάτες. Είναι ακόμα Μαρξιστές στον τρόπο σκέψης τους, αλλά στην πραγματικότητα έχουν φύγει από το κόμμα. Η Μόσχα κοιτάζει τι κάνουν και λέει, “Έι, αυτός δεν είναι μαζί μας και εμείς δεν πρόκειται να το ευλογήσουμε αυτό.”

Η αρχική αιρετική άποψη του Χορκχάιμερ είναι ότι δείχνει πολύ ενδιαφέρον για τον Φρόυντ, και το κλειδί για να μεταφράσει τον Μαρξισμό από οικονομικούς σε πολιτισμικούς όρους είναι να τον συνδυάσει με τον Φροϋδισμό. Και πάλι, ο Μάρτιν Τζέι (Martin Jay), γράφει, «Αν μπορούμε να πούμε ότι κατά τα πρώτα χρόνια της ιστορίας του, το Ινστιτούτο ενδιαφέρεται κυρίως με την ανάλυση της κοινωνικο-οικονομικής υπο-δομής της αστικής κοινωνίας» — και θα ήθελα να επισημάνω ότι ο Τζέι είναι συμπαθών στη Σχολή της Φρανκφούρτης, και δεν διαβάζουμε εδώ κάποιον επικριτικό: «κατά τα έτη μετά το 1930 πρωταρχικά του συμφέροντά είναι να θέσει σε αυτό το πολιτιστικό του εποικοδόμημα. Πράγματι, η παραδοσιακή Μαρξιστική συνταγή όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των δύο, τέθηκε υπό αμφισβήτηση από την Κριτική Θεωρία».

Αυτά που ακούμε εδώ και καιρό — ο ριζοσπαστικός φεμινισμός, τα τμήματα γυναικείων σπουδών, τα τμήματα ομοφυλοφιλικών σπουδών, τα τμήματα των μαύρων σπουδών, — όλα αυτά είναι κλάδοι της “Κριτικής Θεωρίας”. Αυτό που κάνει η Σχολή της Φρανκφούρτης ουσιαστικά, είναι να χρησιμοποιήσει τόσο τον Μαρξ όσο και τον Φρόυντ στη δεκαετία του 1930 για να δημιουργήσει τη θεωρία που ονομάζεται Κριτική Θεωρία. Ο όρος είναι ευρηματικός, γιατί μπαίνετε στον πειρασμό να ρωτήσετε, “Τι είναι η θεωρία;” Η θεωρία είναι να ασκεί κριτική. Η θεωρία είναι ότι για να καταρρεύσει ο δυτικός πολιτισμός και το καπιταλιστικό σύστημα δεν χρειάζεται να προσφερθεί μια εναλλακτική λύση. Μπορούν ρητά να αρνηθούν να το κάνουν αυτό. Εκείνοι λένε ότι δεν μπορεί να γίνει, ότι δεν μπορούμε να φανταστούμε με τι θα μοιάζει μια ελεύθερη κοινωνία (ο δικός τους ορισμός για μια ελεύθερη κοινωνία). Όσο ζούμε κάτω από την καταπίεση — η καταστολή της καπιταλιστικής οικονομικής τάξης που δημιουργεί (στην θεωρία τους) τη φροϋδική κατάσταση, τις συνθήκες που περιγράφει ο Φρόϋντ σε άτομα της καταστολής — δεν μπορούμε να φανταστούμε. Η Κριτική Θεωρία είναι απλώς να επικρίνει. Απευθύνει έκκληση για την πιο καταστροφική πιθανή κριτική, με κάθε δυνατό τρόπο, και έχει σχεδιαστεί για να καταστρέψει την παρούσα τάξη . Και φυσικά, όταν ακούμε από τις φεμινίστριες ότι το σύνολο της κοινωνίας είναι ακριβώς έτσι για να υποτάξει τις γυναίκες και ούτω καθεξής, αυτό το είδος της κριτικής είναι ένα παράγωγο της Κριτικής Θεωρίας. Όλα προέρχονται από τη δεκαετία του 1930 και όχι από το 1960.

Τα βασικά μέλη που συμμετείχαν εκείνο το χρονικό διάστημα, ήταν ο Θέοντορ Αντόρνο (Theodore Adorno), και το σημαντικότερο, ο Έριχ Φρόμμ (Erich Fromm) και ο Χέρμπερντ Μαρκούζε (Herbert Marcuse). Από τον Φρόμμ και τον Μαρκούζε εισάγεται ένα στοιχείο το οποίο είναι κεντρικό στην πολιτική ορθότητα και αυτό είναι το σεξουαλικό στοιχείο. Ιδιαίτερα ο Μαρκούζε, ο οποίος στα δικά του γραπτά ζητεί μια κοινωνία «πολύμορφης διαστροφής» που είναι ο ορισμός του για το μέλλον που θέλουν να δημιουργήσουν. Ο Μαρκούζε, ιδίως από το 1930 γράφει κάποια πολύ ακραία πράγματα σχετικά με την ανάγκη για σεξουαλική απελευθέρωση, αλλά αυτό διατρέχει ολόκληρο το Ινστιτούτο. Έτσι, είναι τα περισσότερα από τα θέματα που βλέπουμε στην πολιτική ορθότητα και πάλι από τις αρχές της δεκαετίας του ’30. Κατά την άποψη του Φρομ, ο ανδρισμός και η θηλυκότητα δεν ήταν αντανακλάσεις των «βασικών» σεξουαλικών διαφορών, όπως οι ρομαντικοί είχαν σκεφτεί. Προέρχονται, αντιθέτως από τις διαφορές στις ζωικές λειτουργίες , οι οποίες ήταν εν μέρει κοινωνικά καθορισμένες “ Το σεξ είναι ένα κατασκεύασμα, οι σεξουαλικές διαφορές είναι ένα κατασκεύασμα”.

Ένα άλλο παράδειγμα είναι η έμφαση που βλέπουμε σήμερα στην προστασία του περιβάλλοντος: “Ήδη ο υλισμός του Χομπς είχε οδηγήσει σε μια κυριαρχική στάση χειραγώγησης προς τη φύση.” Αυτά γράφει ο Χορκχάιμερ το 1933 στο “Υλισμός και Ηθική” (“Materialismus und Moral”). «Το θέμα της κυριαρχίας του ανθρώπου στη φύση,” σύμφωνα με τον Τζέι, «έπρεπε να γίνει κεντρικό μέλημα της Σχολής της Φρανκφούρτης για τα επόμενα έτη”. “Ο Ανταγωνισμός του Χορκχάιμερ στο φετιχισμό της εργασίας, (εδώ είναι που προφανώς αποχωρούν από τη Μαρξιστική ορθοδοξία) εξέφρασε μια άλλη διάσταση του υλισμού του — τη ζήτηση για την ανθρώπινη, αισθησιακή ευτυχία”. Σε ένα από τα πιο δριμεία δοκίμιά του, το “Εγωισμός και το Κίνημα για την Απελευθέρωση”, “Egoism and the Movement for Emancipation”, που συντάχθηκε το 1936, ο Χορκχάιμερ “ισχυρίστηκε πως η εχθρότητα για προσωπική ικανοποίηση είναι έμφυτη στην αστική κουλτούρα. “ και αυτός αναφέρθηκε ειδικά στον Μαρκήσιο Ντε Σάντ (Marquis de Sade), ευνοϊκά, για την “διαμαρτυρία κατά του ασκητισμού … στο όνομα μιας ανώτερης ηθικής.”

Πώς πλημμυρίζουν εδώ όλα αυτά τα πράγματα; Πώς διεισδύουν στα πανεπιστήμια μας, και στη ζωή μας σήμερα;

Τα μέλη της Σχολής της Φρανκφούρτης είναι μαρξιστές, είναι επίσης, ως τον τελευταίο, Ωραίοι. Το 1933 οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία στη Γερμανία, και δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι έκλεισαν το Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών. Και τα μέλη του έφυγαν. Κατέφυγαν στη Νέα Υόρκη, και το Ινστιτούτο επανιδρύθηκε κατά το 1933 με βοήθεια από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Τα μέλη του Ινστιτούτου, σταδιακά στα μέσα της δεκαετίας του 1930, αν και πολλοί από αυτούς παρέμειναν και έγραφαν στα Γερμανικά, στρέφουν την προσοχή τους από την Κριτική Θεωρία για τη Γερμανική κοινωνία, μία καταστροφική κριτική για κάθε πτυχή της κοινωνίας, στην Κριτική Θεωρία που στρέφεται προς την Αμερικανική κοινωνία. Υπάρχει και μια άλλη πολύ σημαντική μετάβαση, όταν ήρθε ο πόλεμος. Κάποιοι από αυτούς πάνε να εργαστούν για την κυβέρνηση, όπως ο Χέρμπερντ Μαρκούζε, ο οποίος έγινε βασική μορφή στην OSS (ο προκάτοχος της CIA), και κάποιοι, συμπεριλαμβανομένων των Χορκχάιμερ και Αντόρνο, μετακινήθηκαν στο Χόλλυγουντ. Αυτές οι απαρχές της πολιτικής ορθότητας πιθανότατα δεν θα σημαίνουν πολλά για μας σήμερα, εκτός από δύο γεγονότα που ακολούθησαν.

Το πρώτο ήταν η εξέγερση των φοιτητών στα μέσα της δεκαετίας του 1960, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αντίσταση στο σχέδιο και τον πόλεμο του Βιετνάμ. Αλλά οι εξεγερθέντες σπουδαστές χρειάζονταν μία κάποιου είδους θεωρία. Δεν θα μπορούσαν απλά να βγούν και να πουν: “Μα την κόλαση, όχι, εμείς δεν θα πάμε», θα έπρεπε να έχουν κάποια θεωρητική πρόφαση πίσω από αυτό. Πολύ λίγοι από αυτούς ενδιαφέρονταν για διαμαρτυρίες μέσω του Κεφαλαίου του Μάρξ (Das Kapital). Ο Κλασικός, οικονομικός Μαρξισμός δεν είναι ελαφρύς και οι περισσότεροι από τους ριζοσπάστες της δεκαετίας του ’60 δεν ήταν βαθείς. Ευτυχώς γι ‘αυτούς και δυστυχώς για τη χώρα μας, σήμερα και όχι μόνο στο πανεπιστήμιο, ο Χέρμπερτ Μαρκούζε παρέμεινε στην Αμερική, όταν η Σχολή της Φρανκφούρτης μεταφέρθηκε πίσω στη Φρανκφούρτη μετά τον πόλεμο. Και ενώ ο κ. Αντόρνο στη Γερμανία εξέφρασε τον αποτροπιασμό του για την φοιτητική εξέγερση — όταν οι εξεγερμένοι φοιτητές εισήλθαν σε αίθουσα διδασκαλίας του Αντόρνο, ο ίδιος κάλεσε την αστυνομία να τους συλλάβει — ο Χέρμπερντ Μαρκούζε, ο οποίος παρέμεινε εδώ, είδε τη φοιτητική εξέγερση του ’60 ως μία μεγάλη ευκαιρία. Είδε την ευκαιρία να πάρει το έργο της Σχολής της Φρανκφούρτης και να την βάλει στη θεωρία της Νέας Αριστεράς στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ένα από τα βιβλία του Χέρμπερντ Μαρκούζε ήταν το βιβλίο-κλειδί. Έγινε ουσιαστικά, η Βίβλος του SDS και των ανταρτών σπουδαστών της δεκαετίας του ’60. Αυτό το βιβλίο ήταν το “Έρως και Πολιτισμός” (Eros and Civilization). Ο Χέρμπερντ Μαρκούζε υποστηρίζει ότι κάτω από μια καπιταλιστική διακυβέρνηση (που υποβαθμίζει το μαρξισμό πολύ έντονα εδώ, με τίτλο, “A Philosophical Inquiry into Freud”, αλλά το πλαίσιο είναι μαρξιστικό), η καταστολή είναι η ουσία της εν λόγω διακυβέρνησης και ότι μας δίνει την προσωπικότητα που μας περιγράφει ο Φρόυντ — προσωπικότητα με όλα τα συμπλέγματα, τις νευρώσεις, επειδή έχει καταπιεσμένα τα σεξουαλικά ένστικτα. Μπορούμε να οραματιστούμε ένα μέλλον, αν μπορέσουμε να καταστρέψουμε αυτήν την υφιστάμενη καταπιεστική διακυβέρνηση, και απελευθερώσουμε τον έρωτα, απελευθερώσουμε την λίμπιντο, και έτσι θα έχουμε έναν κόσμο με «πολύμορφη διαστροφή», στον οποίο θα μπορούμε να “κάνουμε το δικό μας.”

Με τον τρόπο αυτό, σε αυτόν τον κόσμο δεν θα υπάρχει πλέον δουλειά, αλλά μόνο παιχνίδι. Τι θαυμάσιο μήνυμα για τους ριζοσπάστες των μέσων της δεκαετίας του ‘60! Είναι φοιτητές, είναι η γενιά των baby-boomers και έχει μεγαλώσει χωρίς να χρειάζεται να ανησυχεί για τίποτα, εκτός από το ότι να πρέπει να βρει μια θέση εργασίας. Και εδώ υπάρχει ένας τύπος που γράφει με έναν τρόπο που μπορούν εύκολα να ακολουθήσουν. Αυτός δεν τους υποχρεώνει να διαβάσουν μια πολύ βαριά μαρξιστική θεωρία και τους λέει ό, τι θέλουν να ακούσουν, το οποίο είναι κατ ‘ ουσίαν, «Κάντε ότι σας αρέσει”, “Αν αισθάνεσαι καλά, κάντο,” και “Δεν θα χρειάζεται ποτέ να πάω στη δουλειά “. Με την ευκαιρία, ο Χέρμπερντ Μαρκούζε είναι επίσης αυτός που δημιούργησε τη φράση, «Κάντε έρωτα, όχι πόλεμο». Επιστρέφοντας στην κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στην πανεπιστημιούπολη, ο Χέρμπερντ Μαρκούζε την ορίζει ως “απελευθερωτική ανοχή», ως έλειψη ανεκτικότητας για οτιδήποτε προέρχεται από τη Δεξιά και ανοχή για οτιδήποτε προέρχεται από την Αριστερά. Ο Χέρμπερντ Μαρκούζε εντάχθηκε στην Σχολή της Φρανκφούρτης, το 1932 (αν θυμάμαι καλά). Έτσι, όλα αυτά πηγαίνουν πίσω στα 1930.

Εν κατακλείδι, η Αμερική σήμερα είναι στα πρόθυρα της μεγαλύτερης και πιο τολμηρής μεταμόρφωσης στην ιστορία της. Γινόμαστε ένα “ιδεολογικό κράτος”, μια χώρα με επίσημη κρατική ιδεολογία που επιβάλλεται από την εξουσία του κράτους. Στα “εγκλήματα μίσους” τώρα έχουμε ανθρώπους που εκτίουν ποινές φυλάκισης για πολιτικές σκέψεις. Και το Κογκρέσο κινείται πλέον να επεκτείνουν όλο και περισσότερο αυτή την κατηγορία. Η “καταφατική δράση” είναι μέρος της. Η τρομοκρατία ενάντια σε όποιον διαφωνεί με την πολιτική ορθότητα στην πανεπιστημιούπολη είναι μέρος της. Είναι ακριβώς αυτό που είδαμε να συμβαίνει στη Ρωσία, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Κίνα και τώρα έρχεται εδώ. Και εμείς δεν το αναγνωρίζουμε γιατί το λέμε “Πολιτική Ορθότητα” και γελούμε μ’ αυτό. Το μήνυμά μου σήμερα είναι ότι δεν είναι αστείο, ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ, γιγαντώνεται και τελικά θα μας καταστρέψει, καθώς επιδιώκει να καταστρέψει, όλα όσα έχουμε ορίσει πως είναι η ελευθερία μας και ο πολιτισμός μας.

Πηγή — Academia.org

--

--

Divine Quest
Divine Quest

Written by Divine Quest

The World Is Changing. Freedom is Returning.

No responses yet